Λίγο ακόμα κι ύστερα φεύγουμε. Ετοίμασε βαλίτσες, πάρε την πυξίδα μη χάσουμε το βορρά.. ή το νότο. Ανατολικά θα πάμε, η δύση ξεχείλισε από τις τσέπες μας κι έχουμε περίσσια για του χρόνου. Λίγο ακόμα κι ύστερα.. φύγαμε!
Ένας χρόνος σε μια μέρα. Κι αν σκεφτείς ότι τις 8 περίπου – σύμφωνα με τους «ειδικούς» - ώρες κοιμάσαι, τότε απόμειναν λίγες. Σαν φωτογραφίες μέσα σε νερό που θολά σου ξυπνάνε χρώματα και σχήματα, όψεις όσων έφυγαν και λίγο αργοπορημένα τα ζεις μετά το «θάνατό» τους. Σα χορδές ξεκούρδιστες που καταπιάνεσαι κάθε τόσο να συντονίσεις, να βάλεις σε σειρά, σε μια «τάξη» που δεν εκφράζει καθόλου την ανισόρροπη ομορφιά που σε θρέφει να ζεις. Ρε άνθρωπε, στο είπα ξανά: θες έναν χρόνο πιο μεγάλο, πιο περιεκτικό, να ακουμπάς περισσότερα και να μένουν σταθερά, να μετράς τι χάνεις και να μετράς ύστερα τι κερδίζεις και να μη σου φτάνει ο χρόνος για το δεύτερο. Στο τραγούδησα ένα απριλιάτικο ξημέρωμα πως η άνοιξη δεν έρχεται πότε όταν την περιμένεις στη γωνία με τις χειμωνιάτικες γαλότσες σου. Σε θέλει ήδη τολμηρό, φορώντας μόνο μία ελαφριά προσδοκία, ένα χαμόγελο για τον ήλιο πριν καν τον δεις και μια αστείρευτη όρεξη για τα παιχνιδίσματα στα γρασίδια. Καινούρια βλέμματα, πιο καθαρά, να λάμπουν σαν φωτοβολίδες καραβιών σε νηνεμία που εκτοξεύονται να λαμπαδιάσει το σκέπαστρο και να μοιάσει λίγο πυροτέχνημα η νύχτα στα ανοιχτά. Άφησε λοιπόν τα παράπονα κατά μέρος. Στα σωθικά σου κρύβεις τα καύσιμα που θαρρείς πως ξέμεινες– απομεινάρια της δύναμής σου. Άσε τα παραπονά σου να ταξιδέψουν εκεί που ανήκουν, σε αναζητήσεις και ονειροπολήσεις, να βρουν ποιο χάδι τους ταιριάζει και να στο φέρουν στη χούφτα σου. Σε λίγο σαλπάρουμε και οι αποσκευές θα είναι λίγες, τα απολύτως απαραίτητα. Κι αν σε προβληματίζει αυτός ο τύπος που σε χαζεύει ώρα, γνώριμος στο πρόσωπο-σα να σου μοιάζει- μα με ένα βλέμμα όλο διαταγές και απολογισμούς, μην τον ξεσυνερίζεσαι. Ξέρει λιγότερα από όσα καυχιέται και στις θάλασσες δεν έμαθε ποτέ να κολυμπάει.