Κάθε αρχή φωνάζει "αλλαγή". Κάθε αλλαγή σηματοδοτεί μια απώλεια. Του χθες που πρέπει να ενταχθεί στο παρελθόν. Κι όσο κι αν είμαστε έτοιμοι να δούμε την αυριανή μέρα, τόσο δεν ξέρουμε πώς θα ξεχάσουμε ό,τι με κόπο έχουμε κουβαλήσει από τα προηγούμενα κεφάλαια της ζωής. Έτσι αναπτύσσονται οι φοβίες, τα άγχη, ο πανικός και άλλες επιπλοκές που επιστημονικά κατατάσσονται στις "αγχώδεις διαταραχές". Τα τελευταία χρόνια, γίνεται μάχη για την εγκαθίδρυση ενός διαγνωστικού συστήματος που θα κατηγοριοποιεί τους ανθρώπους και τις ψυχολογικές παθήσεις τους σε συγκεκριμένες ταμπέλες και θα διευκολύνουν το σύστημα υγείας και τους λειτουργούς του να εργάζονται αποτελεσματικά. Κι αυτή η πρόταση επιδέχεται κριτική και συζήτηση, προτού γίνει αποδεκτή από την επιστημονική κοινότητα που είναι χρόνια διχασμένη. Έρευνητικά προγράμματα ενισχύουν το βιοϊατρικό μοντέλο της ψυχικής νόσου, ενώ άλλες ετερόκλητες φωνές επιτάσσουν δεύτερη και τρίτη ανάγνωση σε κάθε εύρημα που αντιμετωπίζει τον άνθρωπο ως κατασκεύασμα νόησης και πράξης, ιδωμένο μέσα από σταθερούς μηχανισμούς και συμπεριφορές. Μα πώς η σταθερότητα να ταιριάξει σε οποιαδήποτε μελέτη του πιο απρόβλεπτου επιστημονικού αντικειμένου, όπως είναι η ανθρώπινη συμπεριφορά; Καθένας μοναδικός και όλοι λίγο-πολύ ίδιοι. Σαν όλες, η αρχή μιας ιστορίας για την ψυχολογία και τα παρελκόμενά της σηματοδοτεί πρωτίστως την άρνηση κάθε στεγανού και την προαγωγή μιας αμφισβήτησης, ιδανικά εποικοδομητικής. Στόχος είναι η κατανόηση του προφανούς με όρους λίγο βαθύτερους από την απλή παρατήρηση. Μετά από μια σειρά σκέψεων, αναλύσεων, κλινικών περιπτώσεων και αυτοπαρατήρησης, στόχος είναι να ξεκινάει κανείς με μία ερώτηση και να καταλήγει με περισσότερες. Η απάντηση δεν είναι αυτοσκοπός, και τότε ίσως κάποτε να έρθει. Μαζί της, αξιώνεται να τη συνοδεύσει και μια βαθύτερη και πιο ουσιαστικά κριτική, ψυχολογική θεώρηση.